Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

14 Απριλίου 1930 όταν ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι έγινε σύννεφο με παντελόνια



Γράφει ο Σταύρος Μαντατής: Τελειόφοιτος φοιτητής Α.Ε.Α.Η.Κ και σπουδαστής του Διαδικτυακού Προγράμματος Δημοσιογραφίας της Ακαδημίας των Πολιτών.





Bλαντιμίρ Μαγιακόφσκι! Ένας οικουμενικός ποιητής που πάνω από τα σύννεφα του διαστήματος γέρνει για να ακουμπήσει στις καρδιές μας. Φλογερός και παθιασμένος σε όλη του την ζωή, ασυμβίβαστος ως το αιφνιδιαστικό του τέλος. Πρόφτασε να χαρίσει το κλειδί για να ξεκλειδώσουμε την μαγεία της σκέψης του και χάραξε το μονοπάτι για να τον συναντήσουνε οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι κάθε εποχής.  

«Έζησε ως επαναστάτης πέθανε σαν ποιητής, έζησε ως ποιητής πέθανε σαν επαναστάτης»

7 Ιουλίου 1893 14 Απριλίου του 1930 Μόλις 37 χρόνια ζωής ήταν αρκετά να του χαρίσουν την αιωνιότητα.

Γεννήθηκε στη Βαγδάτη της Γεωργίας στις 7 Ιουλίου 1893. Ο πατέρας του ήταν ευγενούς καταγωγής (Ρώσος με κοζάκικες ρίζες), δασοφύλακας το επάγγελμα. Πολλές φορές τον έπαιρνε μαζί του στις επιθεωρήσεις του στο δάσος. Αργότερα θα γράψει γι' αυτές τις περιπλανήσεις, με «φουτουριστική» διάθεση: «Στο άνοιγμα της καταχνιάς, κάτω από τα πόδια μου, φέγγει πιο πολύ κι απ' τον ουρανό. Είναι ο ηλεκτρισμός... Ύστερα από τον ηλεκτρισμό, έπαψα ολότελα να ενδιαφέρομαι για τη φύση. Δεν είναι τελειοποιημένο πράγμα». Η μητέρα του ήταν ουκρανικής καταγωγής. Από τους γονείς του έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Το πρώτο βιβλίο που διάβασε και δεν τον ενθουσίασε καθόλου ήταν "Πτηνοτρόφος Αγκάφια", το δεύτερο ήταν ο «Δον Κιχώτης». Στο σπίτι τους σε κάθε ονομαστική εορτή συνέρρεαν «πλήθη επισκεπτών» όπως θυμάται, ανάμεσα τους φοιτητές, ποιητές και ζωγράφοι.

Από τα 14 χρόνια του ασπάσθηκε τις ιδέες του σοσιαλισμού και συμμετείχε ενεργά σε αντιτσαρικές διαδηλώσεις στη γενέτειρά του. Μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του, ο νεαρός Βλαντιμίρ, η μητέρα του και οι δύο αδελφές του, Όλγα και Λουντμίλα, μετακόμισαν στη Μόσχα.

Κάπου εκεί έρχεται σε επαφή με τα πρώτα ιδεολογικά σκιρτήματα. Όπως ο ίδιος θυμάται: «Ήρθε η αδερφή μου από τη Μόσχα. Ενθουσιασμένη. Μου έδωσε κρυφά κάτι μακρόστενα χαρτάκια. Μου άρεσε. Ήταν πολύ ριψοκίνδυνο. Τα θυμάμαι και τώρα. Το πρώτο: "Ξύπνα, λοιπόν, σύντροφε, αδερφέ/ πέτα το τουφέκι σου χάμου". Κι ένα άλλο που τελείωνε έτσι: "...αλλιώς υπάρχει κι άλλος δρόμος - τράβα/ στους Γερμανούς με τη μαμά σου, τη γυναίκα σου και το γιόκα σου!... " (για τον τσάρο). Ήταν η επανάσταση. Και ήταν σε στίχους. Στίχοι και επανάσταση ενώθηκαν, έτσι, μέσα στο μυαλό μου».

Το 1908 ο Μαγιακόφσκι έγινε μέλος του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος και φυλακίστηκε επανειλημμένα για την ανατρεπτική δράση του. Στο κελί της απομόνωσης άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. «Γέμισα με τέτοια ένα ολόκληρο τετράδιο. Να ευχαριστώ το δεσμοφύλακα - όταν έβγαινα μου το πήραν» θα γράψει με αυτοσαρκαστική διάθεση. Μετά την αποφυλάκισή του φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας και προσχώρησε στο κίνημα των ρώσων φουτουριστών, όπου γρήγορα διακρίθηκε κι έγινε ο κύριος εκπρόσωπός τους.

Το 1911 είναι η χρονιά που θα γνωριστεί με τον Νταβίντ Μπουρλιούκ. Ο Μαγιακόφσκι γράφει γι αυτόν:  «υπέροχος φίλος, ο πραγματικός μου δάσκαλος, ο Μπουρλιούκ με έκανε ποιητή».

Το 1912, ο κύκλος των ρώσων φουτουριστών εξέδωσε μανιφέστο με τίτλο «Χαστούκι στο γούστο του κοινού». Το κίνημα του φουτουρισμού ανήγαγε σε φετίχ του το μέλλον και ύμνησε την τεχνολογική εξέλιξη. «Ένα βρυχώμενο αυτοκίνητο αγώνων είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης» υποστήριζε ο «γκουρού» του φουτουρισμού, ιταλός Τομάσο Μαρινέτι. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι ρώσοι συνοδοιπόροι του: «Το παρελθόν είναι στενάχωρο. Η Ακαδημία, ο Πούσκιν, ο Ντοστογιέφσκι, ο Τολστόι, είναι πιο ακατανόητοι κι από ιερογλυφικά» γραφόταν στο Μανιφέστο. Οι φουτουριστές συνήθιζαν να διαβάζουν ποιήματά τους καταμεσής του δρόμου, έριχναν τσάι στο ακροατήριό τους και γενικά έκαναν το παν για να ενοχλούν τον καθωσπρεπισμό των αστών.Από την εποχή αυτή η ποίηση του Μαγιακόφσκι άρχισε να γίνεται επιθετική και προκλητική, με έντονα στοιχεία υπερβολής, υπεροψίας και αυτοαναφοράς.

«Πάντως μ’ αρέσει που έπιασε την παλιά Ρωσία από τα μαλλιά και την έστειλε στο διάολο..» γράφει στο ποίημα του για αυτόν ο Νίκος Καρούζος.   


Το 1915 δημοσιεύει το πρώτο μεγάλο του ποίημα με τίτλο: «Σύννεφο με παντελόνια» (από το οποίο πήρε και το όνομά του το γνωστό ελληνικό μουσικό σχήμα  «Σύννεφα με παντελόνια») Το ποίημα αυτό αποτέλεσε σταθμό στην ανάπτυξη του Ρωσικού φουτουρισμού και ουσιαστικά ήταν το πρώτο μεγάλο ποίημα του Μαγιακόφσκι, που το γράφει με γλώσσα του πεζοδρομίου κάτω από το πρίσμα του πληγωμένου εραστή και περιέγραφε τα καυτά θέματα του έρωτα, της επανάστασης, της θρησκείας και της τέχνης.  

 Σύννεφο με παντελόνια

Τη σκέψη σας που νείρεται
πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας
σάμπως ξιγκόθρεφτος λακές
σ' ένα ντιβάνι λιγδιασμένο,
εγώ θα την τσιγκλάω
επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου.
Φαρμακερός κι αγροίκος πάντα
ως να χορτάσω χλευασμό.

Εγώ δεν έχω ουδέ μιαν άσπρη τρίχα στην ψυχή μου
κι ουδέ σταγόνα γεροντίστικης ευγένειας.
Με την τραχιά κραυγή μου κεραυνώνοντας τον κόσμο,
ωραίος τραβάω, τραβάω
εικοσιδυό χρονώ λεβέντης.

Εσείς οι αβροί!
Επάνω στα βιολιά ξαπλώνετε τον έρωτα.
Επάνω στα ταμπούρλα ο άξεστος τον έρωτα ξαπλώνει.
Όμως εσείς,
θα το μπορούσατε ποτέ καθώς εγώ,
τον εαυτό σας να γυρίσετε τα μέσα του όξω,
έτσι που να γενείτε ολάκεροι ένα στόμα;
Ελάτε να σας δασκαλέψω,
εσάς τη μπατιστένια απ' το σαλόνι,
εσάς την άψογο υπάλληλο της κοινωνίας των αγγέλων
κι εσάς που ξεφυλλίζετε ήρεμα-ήρεμα τα χείλη σας
σα μια μαγείρισσα που ξεφυλλίζει τις σελίδες του οδηγού μαγειρικής.

Θέλετε
θα 'μαι ακέραιος, όλο κρέας λυσσασμένος
-κι αλλάζοντας απόχρωση σαν ουρανός-
θέλετε-
θα 'μαι η άχραντη ευγένεια
-όχι άντρας πια, μα σύγνεφο με παντελόνια
 (Μετάφραση: Γιάννης Ρίτσος)

Το καλοκαίρι του ιδίου χρόνου γνωρίζει και ερωτεύεται τη Λίλια  Μπρικ, γυναίκα του εκδότη του Οσιπ Μπρικ. Της αφιερώνει ποίημά του «Σπονδυλωτό Φλάουτο» (1916).


Και τα δύο αυτά έργα του καταγράφουν έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση κι εκφράζουν τη διάσταση του ποιητή με τον κόσμο που ζούσε, τον οποίο θέλει να αλλάξει για να φτιάξει πάνω στα ερείπια του, τον δικό του. Επίσης το 1916 γράφει το ποίημα "Ο πόλεμος και ο κόσμος" που αναφέρεται στην φρίκη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Την μεγάλη Επανάσταση του Οκτώβρη του 1917 την έζησε στο Σμόνλι, στην Αγία Πετρούπολη. Λέγεται πως οι επαναστατημένοι εργάτες κατά την έφοδό τους στα χειμερινά ανάκτορα τραγουδούσαν τους εξής στίχους του «Φάε ανανάδες, αγριόκοττες μάσα, στερνές σου μέρες, μπουρζουά φτάσαν!».     

Απο την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο Μαγιακόφσι υπηρέτησε πολυποίκιλα με με την πέννα του και όχι μόνο το νέο καθεστώς.

Το 1918 ξεκίνησε να απαγγέλει σε θέατρα κυρίως για ναύτες το ποίημα του  "Αριστερό Εμβατήριο για τους Κόκκινους Ναυτικούς".  

Το 1919 ξαναγύρισε στην Μόσχα και εργάστηκε για την Ρωσική Κρατική Εταιρεία εκλαϊκεύοντας με καλλιτεχνικό τρόπο τους σκοπούς της επανάστασης.

















Το 1924 έγραψε μία ελεγεία από 3.000 στίχους για τον θάνατο του Λένιν.

Ένα σύντομο απόσπασμα της:

Καιρός - αρχινώ για το ΛΕΝΙΝ να ιστορώ./ Κι όχι, γιατί δεν είναι πια μεγάλη η οδύνη,/ καιρός γιατί η θλίψη μαχαίρι κοφτερό,/ ώριμος πόνος μέσα μου έχει γίνει.
*
Καιρός, τα λενινιστικά συνθήματά του/ να ξεστροβιλίσει ο νους./ Ταιριάζει τώρα τάχα με δάκρυα θολά/ν' αρχίσουμε να κλαίμε;
*
Ο Λένιν και τώρα είναι πιο/ ζωντανός κι από τους ζωντανούς./ Γνώση μας, δύναμη κι όπλο, να λέμε(...)
*
Λαμπρό στεφάνι του έχουνε βάλει,/ να μη σκεπάσουνε, πως ανησυχώ,
αυτό τ' αληθινό, τ' ανθρώπινό του κεφάλι/ αυτό το μέτωπο το πελώριο του Λένιν, το σοφό.
*
Φοβάμαι μήπως, οι πομπές τα μαυσωλεία,/ τα προσκυνήματα η διαδικασία η τυπική,/ πνίξουνε μ' ευχέλαια γελοία/ την απλότητα τη λενινιστική (...)
*
Εμείς τον πιότερο γήινο κηδεύουμε/ απ' όλους τους ανθρώπους/ που βγήκαν απ' τη γη.
*
Γήινος ναι, μα όχι με το μάτι/ το δικό του το σπίτι/να κοιτάζει μόνο.
*
Τη γη ατενίζοντας τη ζωντάνια γεμάτη/ είδε εκείνο/ που ήταν κρυμμένο στο χρόνο (...)
*
«Ο Λένιν μαζί μας! Ζήτω ο Λένιν!»/ - Σύντροφοι! - και πάνω απ' τα κεφάλια χιλιάδων εργατών/ σπάθισε το χέρι του μπροστά/ μήνυμα κι οδηγό των μαχών.
*
- Πετάξτε τα κουρέλια/ των σκύλων αφεντάδων./
Κάτω η εξουσία/ των συμβιβαστών και καπιταλιστών (...)
*
Ο λόγος του Ιλίτς -/ βρίσκει γόνιμους δρόμους:/
πέφτει κι αμέσως φουντώνουν κλαριά,/ και πλάι να στων εργατών τους ώμους -/ ώμους μυριάδες σφίγγει η αγροτιά (...).
*
Εγινε μέγας κομμουνιστής - οργανωτής/ ακόμα και ο ίδιος ο θάνατος του Ιλίτς.
*
Πάνω απ' των φουγάρων την άγρια συστοιχία,/ φτιάχνοντας κοντάρι με εκατομμύρια χέρια,/ την Κόκκινη Σημαία στην Κόκκινη Πλατεία/ τινάζουμε με ορμή τρομερή στ' αστέρια.
*
Απ' αυτή τη σημαία,/ από κάθε πτυχή,/ Ξανά ζωντανός/ ο Λένιν προσκαλεί:
*
- Προλετάριοι, συνταχτείτε/ για μάχη στερνή!/ Σκλάβοι, ορθώστε γόνατα και κορμί!/ Στρατιά των προλετάριων/ στη γραμμή εμπρός!
*
Ζήτω η επανάσταση η γελαστή/ που ορμάει με φόρα!/ Αυτός είναι ο μεγάλος πόλεμος/ ο μοναδικός απ' όλους/ όσους είδε η ιστορία ως τώρα./
  
Ο Μαγιακόφσκι έγραψε επίσης κι άλλα στρατευμένα ποιήματα όπως («Ωδή στην Επανάσταση», «Αριστερή Πορεία»), άρθρα, βιβλία για μικρά παιδιά και ζωγράφιζε αφίσες και σκίτσα, τα οποία συνόδευε με στίχους και συνθήματα, ενώ παράλληλα περιόδευε τη χώρα αλλά και το εξωτερικό, κάνοντας διαλέξεις και απαγγελίες.

Σε μια περιοδεία του για διαλέξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Μαγιακόφσκι γνώρισε την Έλι Τζονς, η οποία γέννησε αργότερα την κόρη του, ένα γεγονός που ο ίδιος πληροφορήθηκε μόλις το 1929, όταν το ζευγάρι συναντήθηκε μυστικά στην νότιο Γαλλία, καθώς η σχέση τους είχε κρατηθεί κρυφή.

Στην διάρκεια των χρόνων 1922-1928, Μαγιακόφσκι ήταν ένα εξέχον μέλος του Αριστερού Μετώπου για την Τέχνη και συνέχισε να προσδιορίζει το έργο του ως 'Κομμουνιστικό φουτουρισμό'. Εξέδιδε μαζί με τον Σεργκέι Τρετιακόφ και τον Όσιπ Μπρικ, το περιοδικό LEF.


















Στα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του εξέδωσε δύο θεατρικά έργα («Κοριός» και «Λουτρό»), με κριτική διάθεση απέναντι στη σοβιετική γραφειοκρατία. Η αποτυχία της παράστασης του «Λουτρού» στο Λένινγκραντ το 1930, οι ερωτικές του απογοητεύσεις, οι διαδοχικές παρεξηγήσεις και συγκρούσεις με τον Ρωσικό Σύνδεσμο Προλεταρίων Συγγραφέων, οδήγησαν τον Μαγιακόφσκι στην απελπισία. Λέγεται ότι είχε περιέλθει σε βαθιά κατάθλιψη, δεν άντεχε ούτε να βλέπει  τον εαυτό του να γερνάει και αυτός ήταν και ο λόγος που "ξύριζε" το κεφάλι του.  Απογοητευμένος και από τη σοβιετική πραγματικότητα - την κατρακύλα στην γραφειοκρατεία - και με αποκορύφωμα την άρνηση των αρχών να του δώσουν άδεια να ταξιδέψει στο εξωτερικό, έβαλε τέλος στη ζωή του στρέφοντας το όπλο και πυροβολώντας στην καρδιά του, στις 14 Απριλίου του 1930. 

Το σημείωμα που βρέθηκε στον τόπο της αυτοκτονίας του έγραφε:

«Σε όλους. Μην κατηγορήσετε κανέναν για το θάνατο μου και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Ο Μακαρίτης τα απεχθανόταν φοβερά. Μαμά, αδελφές, και σύντροφοι, σχωρέστε με - αυτός δεν είναι τρόπος (δεν τον συμβουλεύω σε κανένα), μα εγώ δεν έχω διέξοδο. Λίλια αγάπα με. Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι η Λίλια Μπρικ, η μαμά, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλνταβνα Πολόνσκαγια. Αν τους εξασφαλίσεις μια ανεκτή ζωή, σ' ευχαριστώ. Τα αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ, αυτοί θα τα καθαρογράψουν.  Όπως λένε "Το επεισόδιο έληξε". Η βάρκα του έρωτα συντρίφτηκε πάνω στην καθημερινότητα. Έχω ξοφλήσει τους λογαριασμούς μου με τη ζωή. Προς τι, λοιπόν, η απαρίθμηση των αμοιβαίων πόνων, των συμφορών και των προσβολών; Να 'στε ευτυχισμένοι.»...

Μετά την αυτοκτονία του  Μαγιακόφσκι δυστυχώς  ο σοβιετικός τύπος επιτέθηκε στο ποιητή, χαρακτηρίζοντάς τον «φορμαλιστή» και «συνοδοιπόρο» και όχι «Καλλιτέχνη του Λαού», όπως συνηθιζόταν για τους στρατευμένους καλλιτέχνες. Η Λίλια Μπρικ έγραψε, τότε, ένα γράμμα στον Ιωσήφ Στάλιν και του ζητούσε την αποκατάσταση του ονόματος του Μαγιακόφσκι. Ο Στάλιν ανταποκρίθηκε και έγραψε ένα σχόλιο πάνω στο γράμμα της Μπρικ:

"Σύντροφε Νικολάι Γιεζόφ, παρακαλώ να αναλάβεις να ενεργήσεις τα δέοντα σχετικά με την επιστολή της Μπρικ. Ο Μαγιακόφσκι παραμένει ο καλύτερος και ο πιο ταλαντούχος ποιητής της Σοβιετικής περιόδου. Η αδιαφορία για την καλλιτεχνική του κληρονομιά είναι έγκλημα. Τα παράπονα της Μπρικ είναι, κατά την γνώμη μου, δικαιολογημένα..."

Μετά το θάνατο του Στάλιν έγιναν προσπάθειες να συνδεθεί η αυτοκτονία του Μαγιακόφσκι με το ίδιο τον σοβιετικό ηγέτη για να χτυπηθεί πολιτικά το έργο και η προσφορά του στην οικοδόμηση του Σοσιαλισμού. Τη δεκαετία του '90, με τις αντεπαναστατικές ανατροπές, όταν άνοιξαν τα αρχεία της KGB, καιροσκόποι περίμεναν κάποια επιβεβαίωση που δεν ήρθε ποτέ κι έτσι οι φήμες παρέμειναν αναπόδεικτες και οι συκοφάντες εκτεθειμένοι.

 Μια εκπληκτική χρονομηχανή απο το μουσείο Μαγιακόφσκι στη Μόσχα


Βιβλιογραφία

«O Μαγιακόφσκι: Τα εύκολα και τα δύσκολα» (εκδόσεις Γκοβόστη), ποιήματά του μεταφρασμένα εξαιρετικά από τον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο.
Β.Ι. Λένιν (εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή)
Ερωτική Αλληλογραφία με τη Λίλι Μπρικ (εκδόσεις Άγκυρα)
Θεατρικά (εκδόσεις Γκοβόστης)
«Ποιήματα» σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου (εκδόσεις Κέδρος)
«Πώς ανακάλυψα την Αμερική» (εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή)
«Σύννεφο με παντελόνια» (εκδόσεις Τραμάκια)
«Φλέγομαι», μυθιστορηματική βιογραφία του Μαγιακόφσκι από τον Τούρμπγιερν Σέβε. (εκδόσεις Scripta)
«Σύννεφο με παντελόνια» (εκδόσεις Αρμός).


Εργογραφία

1912: «Χαστούκι στο γούστο του κοινού» (θεωρητικό κείμενο, μανιφέστο του κυβοφουτουρισμού).

1913: «Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Μια τραγωδία» (θεατρικό).
1915: «Ο αδέσποτος σκύλος», «Σύννεφο με παντελόνια» (ποιήματα).
1917 - 1918: «Μυστήριο Μπούφο» (θεατρικό στην τελική του μορφή, παίζεται το 1920, στο δεύτερο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς).
1918: «Ωδή στην Επανάσταση» (ποίημα), «Σταρίσια λέξη» (συλλογή).
1919: «Αριστερό Εμβατήριο» (ποίημα).
1921: «150.000.000» (ποίημα, δημοσιεύτηκε ανώνυμα).
1922: «Παρασυνεδριαζόμενοι» (σατιρικό ποίημα).
1923: «Αγαπώ», «Γι' αυτό» (ποιήματα).
1924: «Βλαντίμιρ Ιλιτς Λένιν (ποίημα).
1924 - 1925: ποιήματα και σκίτσα εμπνευσμένα από τις περιοδείες του στη Δυτική Ευρώπη, στις ΗΠΑ, στο Μεξικό και την Κούβα.
1926: «Πώς γίνεται η ποίηση» (πεζογράφημα).
1927: «Καλά» (συνθετικό ποίημα). Σειρά σεναρίων για τον κινηματογράφο.
1928: «Ο κοριός» (θεατρικό).
1929: «Το χαμάμ» (θεατρικό).


Βίντεο 



0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε για το σχόλιό σας